Ο κόσμος των ιδεών είναι ένας πολύ τακτοποιημένος κόσμος. Ιδιαίτερα αν δομείται με κανόνα τη λογική και μάλιστα την ορθή λογική. Χρόνια στα θρανία, τις έδρες και τους υπολογιστές του γραφείου, σε σεμινάρια και συνέδρια, έρευνες και συνεργασίες. Όλα για την πιο ορθή επιστημονικά ιδέα. Ο Πλάτωνας με επισκέπτεται «Οι ιδέες είναι εικόνες πραγμάτων που προϋπήρξαν της γέννησης του κόσμου» Πού των ρωτάω «Στη φαντασία» μου απαντάει. Τίνος ανταπαντάω. « Του Θεού» μου λέει. Οι ιδέες ενώνουν το ιδεατό με το πραγματικό, το υποθετικό με το εφαρμόσιμο, το θεϊκό με το ανθρώπινο, το αθάνατο με το θνητό. Η καλλιέργειά τους ανυψώνει τον άνθρωπο από υλικό σε πνευματικό ον. Όλους τους ανθρώπους Πλάτωνα; «Όχι όλους, εκείνους που καλλιεργούν τις ιδέες. Όσο οι άνθρωποι δεν τις καλλιεργούν και επιδίδονται στις υλικές απολαύσεις τόσο χάνουν την πίστη τους στην ένωση που περιέγραψα προηγουμένως. Η ένωση αυτή είναι μια υπαρξιακή ανάγκη του ανθρώπου, η ανάγκη να δει σαν Ένα το άσπρο με το μαύρο, τη νύχτα με τη μέρα, τη ζωή με το θάνατο. Η ανάγκη του αυτή τον έκανε να φανταστεί ήρωες που δρουν βάσει μεγάλων ιδεών και καταφέρνουν αδύνατα πράγματα. Οι ήρωες αυτοί ονομάστηκαν άγιοι, οι μεγάλες τους ιδέες δόγματα και τα πράγματα αυτά θαύματα. Η μαζική αποδοχή των ιστοριών αυτών από τους ανθρώπους δημιούργησε κινήματα που ονομάστηκαν θρησκείες.
Ανά κατηγορίες ανθρώπων, γεωγραφιών, πολιτισμών και άλλων καταστάσεων που διαφοροποιούν τους ανθρώπους δημιουργήθηκαν πολλές θρησκείες. Οι θρησκείες αυτές συχνά έρχονταν σε σύγκρουση για το ποια περιγράφει καλύτερα την ιδέα της ενότητας του Θεού με τον άνθρωπο. Πολλοί πόλεμοι έγιναν και πολλοί άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη μάχη αυτή των θρησκειών. Κάποια εποχή οι άνθρωποι άρχισαν να αναπτύσσουν νέο εξελιγμένο υλικό πολιτισμό, καράβια, μηχανές, όπλα, ηλεκτρισμό, ραδιοκύματα, ασύρματα δίκτυα. Τότε θεώρησαν ότι οι ιδέες που περιέγραφαν την πραγματικότητα στο παρελθόν δεν τους είναι χρήσιμη πια γιατί ερχόταν από το υπερπέραν. Τις ονόμασαν δεισιδαιμονίες και προλήψεις και αφιερώθηκαν στη δημιουργία νέων ιδεών με στόχο όχι την ένωση με το Θεό αλλά την τεχνολογική ανακάλυψη, την εφεύρεση και την εξέλιξη. Αυτοί οι άνθρωποι πίστευαν στην επιστήμη, όπως την ονόμασαν και όχι τη θρησκεία. Άρχισαν να δίνουν παράξενα ονόματα και αριθμούς σε οτιδήποτε υπήρχε γύρω τους και να ψάχνουν τη σχέση αυτών των πραγμάτων μεταξύ τους. Από την αέναη ένωση με το Θεό άλλαξαν τελείως πορεία και κατευθύνθηκαν προς την συγκεκριμένη διατύπωση νόμων και κανόνων του φυσικού κόσμου. Πολλοί άνθρωποι αποδέχτηκαν τη λογική των πραγμάτων όπως την περιέγραψαν οι επιστήμονες. Κάποιοι άλλοι αντέδρασαν στην υλιστικότητά της θεωρώντας ότι η επιστήμη βλάπτει το πνεύμα καλλιεργώντας ιδέες που αφορούν την ύλη και όχι το ιδεατό.
Κατά την περίοδο αυτή πολλά νέα υλικά αντικείμενα φτιάχτηκαν όπως και πολλές νέες ανθρώπινες κοινωνίες που ονομάστηκαν κράτη. Τα κράτη αυτά έκαναν πόλεμο μεταξύ τους για το ποιο έχει τα περισσότερα υλικά αντικείμενα, όπλα, έδαφος, κάστρα και εργοστάσια. Τότε εμφανίστηκε δυναμικά μια νέα επιστήμη που ονομάστηκε πολιτική. Η πολιτική αφιερώθηκε στο να εξηγήσει πως θα γίνονται οι πόλεμοι μεταξύ των κρατών με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες σε υλικά αντικείμενα. Οι αντίπαλοι της επιστήμης δεν αποδέχτηκαν την πολιτική γιατί αυτή όπως και όλες οι άλλες επιστήμες επικεντρώνονται στην ύλη και όχι στο ιδεατό. Η ύλη είναι η εξυπηρέτηση ενός σκοπού που λέγεται «ολιγόστευση απωλειών» ενώ το ιδεατό είναι ένας ανώτερος σκοπός που λέγεται Ειρήνη. Θεώρησαν ότι η πολιτική επικεντρώνεται σε ένα πολύ μικρό τμήμα του μεγέθους που λέγεται πόλεμος και διασπά την συνολική έννοια της πραγματικότητάς του κατά την οποία ο πόλεμος θα πρέπει να εξαλείφεται από το αντίθετό του βάσει μιας ιδέας που ονομάζεται ηθική. Η πολιτική , συνεπώς, ήταν ανήθικη γι’ αυτούς.
Πόλεμοι και πολιτική συνυπήρχαν όμως για πολλά χρόνια. Στο μεταξύ τα κράτη έφτιαχναν υλικά αντικείμενα και το ανάποδο, αυτοί που είχαν υλικά αντικείμενα έφτιαχναν κράτη. Τούτο το αλληλοφτιάξιμο ονομάστηκε καπιταλισμός και το κοινό ανάμεσα σε διαφορετικού είδους κράτη ήταν το χρήμα. Η διαχείριση αυτού του συστήματος πληρωμών σε χρήμα από κράτος σε κράτος και εντός αυτών, δηλαδή σε εκείνους που έφτιαχναν τα υλικά αντικείμενα , τους καπιταλιστές και τους εργάτες, οδήγησε στη δημιουργία μιας νέας επιστήμης, της οικονομικής. Η οικονομική επιστήμη ασχολήθηκε με το πώς το χρήμα θα παράγεται και θα μοιράζεται μεταξύ αυτών των ανθρώπων. Γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι το χρήμα επηρεάζει και το τι υλικά αντικείμενα φτιάχνονται , σε τι ποσότητες και το ποιος τα κατέχει. Αυτός που έχει πολύ χρήμα έχει και πολλά υλικά αγαθά, ενώ εκείνος που έχει λίγο χρήμα έχει και λίγα αγαθά. Με το πέρασμα του καιρού, λίγα αντικείμενα μπορούσες να αποκτήσεις χωρίς χρήμα, ακόμα και αυτά όμως προϋπέθεταν να έχεις ένα σπίτι να μείνεις και ένα πιάτο φαγητό να φας, τα οποία δίχως χρήμα δεν μπορούσες να τα έχεις.
Στο μεταξύ, οι πόλεμοι για το ποιος θα έχει τα περισσότερα χρήματα συνεχίζονταν όχι μόνο μεταξύ των κρατών αλλά και εντός αυτών , μεταξύ των προσώπων που παρήγαν και κατείχαν χρήμα, τους καπιταλιστές και τους εργάτες. Οι πόλεμοι είχαν πολλές μορφές βίας, κλοπής, συγκρούσεων μαζικών με λοστούς και πέτρες. Οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι ανησύχησαν μήπως οι πόλεμοι αυτοί ξεπερνούσαν τις επιστημονικές ανακαλύψεις τους και βάλθηκαν να ανακαλύψουν νέες ιδέες για τον καπιταλισμό. Οι πρώτοι δημιούργησαν τα συντάγματα, τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του πολίτη καθώς και τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος. Έτσι θα μειώνονταν οι απώλειες των κοινωνικών πια πολέμων. Οι δεύτεροι έφτιαξαν κανόνες για το πώς το χρήμα θα μοιράζεται πιο ομοιόμορφα ανάμεσα στους ανθρώπους. Υπήρξαν όμως και κάποιοι απότοκοι των αντιπάλων της επιστήμης που εναντιώθηκαν στις αξιώσεις αυτές της πολιτικής και της οικονομίας. Κατηγόρησαν τους πολιτικούς ότι αφού πρώτα στέρησαν τους ανθρώπους από την πίστη τους στην Ειρήνη, τους αποζημιώνουν με λιγοστή πολιτική εξουσία. Στους οικονομολόγους είπαν ότι αφού στέρησαν από τους ανθρώπους την πνευματική ένωση μεταξύ πνεύματος και ύλης, τους αποζημιώνουν με λίγα παραπάνω χρήματα.
Τα κράτη αυξάνονταν όπως και οι πόλεμοι μεταξύ τους, οι άνθρωποι και αυτοί αυξάνονταν όπως και τα υλικά τους αντικείμενα και η εποχή της υλικής προόδου και ανόδου ήταν μονόδρομος για την ανθρωπότητα. Ήταν τότε που οι εχθροί της πολιτικής και της οικονομίας αντεπιτέθηκαν και κήρυξαν επανάσταση εγκαθιδρύοντας ένα καθεστώς που δεν απένειμε πολιτική εξουσία ούτε οικονομική αυταξία στα άτομα ξεχωριστά, αλλά στην κοινωνία συνολικά. Το σύστημα αυτό πήρε το όνομα κομμουνισμός και στόχος του ήταν να αποκαταστήσει την την ενότητα της φύσης του ανθρώπου, να επανενώσει όλα τα ξεκομμένα από τον καπιταλισμό κομμάτια του.
Για να κλείσει το χάσμα μεταξύ ύλης και πνεύματος, έπλασε μια ιδέα που αντί να ενώνει την ύλη με το πνεύμα απάλειφε εντελώς τη νοητή αλλά υπαρκτή μεταξύ τους απόσταση και ένωνε αυτά τα δύο σε ένα αξεδιάλυτο Ένα. Αυτό το Ένα ονομάστηκε ιδεολογία και η διαδικασία της πλάσης της ιδέας αυτής προπαγάνδα. Στο εξής, η ενότητα δεν ήταν μια υπαρξιακή ανάγκη του ανθρώπου όπως εκφραζόταν μέσα από τη θρησκεία, αλλά μια διανοητική ανάγκη που επέτασσε η ιδεολογία. Αυτή την ενωτική δύναμη του κομμουνισμού φοβήθηκε ο καπιταλισμός και ξεκίνησε ένας μεγάλος πόλεμος ιδεολογιών. Όπλο του κομμουνισμού, η ηθική που απορρέει από την εξάλειψη της πραγματικής αιτίας που οδηγεί στον πόλεμο, της φτώχειας. Όπλο του καπιταλισμού, το χρήμα και η εξάπλωσή του παγκοσμίως.
Ο σκοπός του κομμουνισμού ήταν η επίτευξη της παγκόσμιας ειρήνης ως η ένωση του ιδεατού της ειρήνης με την πραγματικότητα ως ειρήνη. Προς την επίτευξη αυτού του σκοπού χρησιμοποίησε κάθε είδους μέσο που χρησιμοποιούσε και ο καπιταλισμός και κυρίως όπλα που σκοτώνουν. Κύριο του όπλο όμως ήταν η προπαγάνδα. Η προπαγάνδα ήταν η οργάνωση κάποιων πράξεων που παρίσταναν την υλική πραγματικότητα ως εκείνη που δημιουργεί και μέσα στα δικά της πλαίσια κινείται το ιδεατό που έπλαθε ο άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ιστορίας (το το αξεδιάλυτο Ένα). Συνεπώς, για τον κομμουνισμό οι ιδέες δεν προϋπήρχαν της ύπαρξης αυτού του κόσμου αλλά φτιάχτηκαν από αυτόν. Ο άνθρωπος είναι καταρχήν ύλη και έπειτα πνεύμα.
Η ιδέα της ειρήνης συνεπώς θα γίνει πραγματικότητα όταν η υλική πραγματικότητα το επιτρέψει . Πρώτα με όλα τα μέσα θα ηττηθεί ο καπιταλισμός που γεννά τη φτώχεια και έπειτα η ειρήνη θα προκύψει από μόνη της. Η ιδέα της κοινωνικής ισότητας θα γίνει πραγματικότητα αφού έλθει πρώτα η υλική ισότητα όπου όλοι θα έχουν τα ίδια υλικά αντικείμενα. Η ιδέα της ελευθερίας θα γίνει πραγματικότητα αφού οι άνθρωποι απελευθερωθούνε από τη φυλακή του καπιταλισμού. Ως τότε λοιπόν, ο κομμουνισμός θα έκανε πόλεμο, θα μεταχειριζόταν τους ανθρώπους άνισα και θα τους φυλάκιζε. Στο όνομα της υπεράσπισης αυτής της ιδεολογίας έγιναν πολλοί ενδιάμεσοι πόλεμοι μεταξύ και εντός των κρατών ανάμεσα στους καπιταλιστές και τους κομμουνιστές.
Έτσι λοιπόν ο κομμουνισμός επέτρεψε να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα για να επιτευχθεί ο ηθικός του σκοπός. Τότε κάποιοι από τους κομμουνιστές διατύπωσαν την απορία πώς είναι δυνατόν να θεωρείται ηθικός ένας σκοπός όταν τα μέσα που τον επιτυγχάνουν είναι ανήθικα. Σημείωσαν ότι η διάσταση αυτή διασπούσε την ενότητα του αξεδιάλυτου Ενός που η προπαγάνδα είχε διατυπώσει. Η ιδέα της ηθικής είχε καταπατηθεί για την επίτευξη ενός ιδεατού υλικής πραγματικότητας και γι’αυτό έπρεπε να επανακτήσει την καθαρά ιδεαλιστική της βάση. Οι αντιδρώντες του κομμουνισμού τότε άνοιξαν διάλογο με τους απογόνους της πολιτικής και της οικονομίας για το πώς θα γίνει αυτό. Οι κομμουνιστές θεώρησαν προδοσία αυτή την πράξη των συντρόφων τους και τους ονόμασαν οπορτουνιστές.
Στο μεταξύ, ο καπιταλισμός είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί επιτυχώς τα μέσα του κομμουνισμού, την προπαγάνδα και την ιδεολογία για να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι προτιμότερο σύστημα. Για την προπαγάνδα χρησιμοποίησε το κράτος μέσα από τις υπηρεσίες εκπαίδευσης που μπορούσαν να πείσουν τους πολίτες να αγοράζουν τα προϊόντα του καπιταλισμού. Για την ιδεολογία χρησιμοποίησε την αγορά που προμήνυε την απελευθέρωση του ανθρώπου από τις απαρχαιωμένες ιδέες του έθνους και της θρησκείας και την αναζήτηση ολόκληρου του εγώ του στην ιδέα του ατομισμού. Αυτή η ιδέα σήμαινε ότι ο άνθρωπος ξαναβρίσκει την υπαρξιακή ανάγκη της ενότητας μόνο στο άτομό του. Όλα ξεκινούν από και καταλήγουν στο Εγώ. Για να μην διασαλευτεί αυτή η ενότητα του Εγώ, τα άτομα χρειάζεται να βλέπουν χωριστά τη δική τους ολοκλήρωση από εκείνην των άλλων και μάλιστα σε σχέση αντίστροφης αναλογίας. Όσο περισσότερο αποδοτικός, ταχύς και αποτελεσματικός ήταν ο διπλανός σου, τόσο λιγότερο ήσουν εσύ. Αυτή η σχέση ονομάστηκε ανταγωνισμός και ήταν μαζί με τον ατομισμό οι δύο νέες αξίες τις οποίες οι άνθρωποι άρχισαν να ακολουθούν.
Ο καπιταλισμός, επίσης, είχε καταφέρει να δημιουργήσει νέες μορφές επεξεργασίας της υλικής πραγματικότητας που πήραν το όνομα νέες τεχνολογίες. Για τους πρώην κομμουν ιστές όσο και για τους πολιτικούς και τους οικονομολόγους, αυτή η νέα πραγματικότητα, η εικονική πραγματικότητα, θα μπορούσε να τερματίσει την προαιώνια πάλη του ανθρώπου να ενώσει το ιδεατό με την ύλη που τον περιτριγυρίζει. Μια πάλη που τον έθετε μονίμως στη δοκιμασία της συνείδησης της ηθικότητας η μη των πράξεών του. Στο χώρο της εικονικής πραγματικότητας, ο άνθρωπος θα φτιάξει μια εικόνα για τον εαυτό του που θα πάρει τη θέση του ιδεατού. Στη νέα ύλη θα αναζητάει το ιδεατό και θα μπορεί να το κάνει ελεύθερα και οποιαδήποτε στιγμή αρκεί να ξέρει να χειρίζεται τις νέες τεχνολογίες τόσο παραγωγικά όσο και καταναλωτικά.
Το ιδεατό είναι μια ατομική υπόθεση και δεν έχει σχέση με το Θεό. Οι ιδέες της ηθικής, της ειρήνης, της ελευθερίας και της ισότητας δεν υπήρξαν στη φαντασία του Θεού αλλά κατασκευάζονται στη νέα ύλη του ανθρώπου. Η φαντασία παύει να είναι μια διάσταση υπερβατική όπου υπαγορεύει τις ιδέες του ανθρώπου για τα πράγματα που τον περιτριγυρίζουν, αλλά γίνεται και αυτή μια αίσθηση του σώματος διακριτή σαν την αφή και αναγνωρίσιμη σαν την οσμή. Το φαινόμενο αυτό σωρευτικά πήρε το όνομα μεταμοντερνισμός. Η ελευθεριότητα του μεταμοντερνισμού υποστηρίχθηκε από τους πολιτικούς ως προς τη χειραφέτηση του ατόμου από την καταπίεση της μάζας. Υποστηρίχθηκε και από τους οικονομολόγους ως προς τη δυνατότητα ευρείας παραγωγής (λόγω των νέων ευέλικτων τεχνολογιών έρευνας αγοράς, επεξεργασίας και μορφοποίησης υλικού, εμπορίου και λιανικής πώλησης) και κατανάλωσης (λόγω της αισθητικοποίησης των υλικών αναγκών) πλούτου και χρήματος. Στους πρώην κομμουνιστές φάνηκε σαν η μοναδική οδός μέσω της οποίας το άτομο θα αλλάξει τον εαυτό του πρώτα αντί να προσπαθήσει μάταια και με κάθε μέσο να αλλάξει την κοινωνία.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι στις συζητήσεις τους ανέφεραν λέξεις όπως αποδοτικότητα, ανταγωνιστικότητα, αποδοτικότητα και κερδοφορία. Το πρότυπο του ανθρώπου έγινε εκείνο που τρέχει να επιτύχει το καλύτερο και να αμειφθεί γι’αυτό χρηματικά. Όλοι τότε οι άνθρωποι έτρεξαν να φτιάξουν την καλύτερη εικόνα για τον εαυτό τους με σκοπό να αξιολογηθούν γι’αυτό και ίσως να αποκομίσουν κάποιο κέρδος. Χρησιμοποιώντας τα νέα μέσα επικοινωνίας και τεχνολογίας καθένας κατασκεύαζε τη δική του εικόνα, τον ιδεατό εαυτό. Επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι έμοιαζαν μεταξύ τους, νέα μέσα και τεχνολογίες φτιάχτηκαν για να κάνουν κάποιους να ξεχωρίσουν περισσότερο από άλλους. Αυτοί που τα κατάφερναν γίνονταν οι νέοι Θεοί. Μπορούσαν να γίνουν καλλιτέχνες αλλά και αθλητές, πολιτικοί και τηλεπαρουσιαστές ταυτόχρονα, επιχειρηματίες και διασκεδαστές μαζί και οτιδήποτε άλλο προσυπέγραφε τη δύναμή τους. Οι υπόλοιποι έμεναν να τους θαυμάζουν και να προσπαθούν να τους μοιάσουν ακόμα και αν ήταν φτωχοί, άρρωστοι και άσχημοι. Κάποιοι τότε είδαν την οδυνηρή αλήθεια μέσα από αυτή την αφύσικη έλξη που ασκούσε το πρότυπο του δυνατού στις μάζες. Η δύναμη του δεν προερχόταν ούτε από την ηρωϊκότητά του όπως στην θρησκεία, ούτε από την ορθολογικότητά του όπως στις επιστήμες, ούτε από την αποτελεσματικότητα του όπως στον καπιταλισμό, την πολιτική και την οικονομία αλλά ούτε και από την προπαγάνδα όπως στον κομμουνισμό. Η δύναμη αυτή αν κατέρρεε θα παράσερνε μαζί της όλο το οικοδόμημα που την στηρίζει, τα μέσα, την τεχνολογία, το εμπόριο καθώς και τους ανθρώπους που την παράγουν και την καταναλώνουν.
Ταυτόχρονα , η δυσπιστία μεταξύ των ανθρώπων μεγάλωνε. Ακόμα και οι οικονομολόγοι και οι πολιτικοί διαφωνούσαν μεταξύ τους για το πώς η δύναμη της μεταμοντέρνας κοινωνίας θα διατηρηθεί. Στο μεταξύ, οι θρησκευτικοί, οι διακρατικοί και οι εσωτερικοί πόλεμοι συνεχίζονταν αλλά όλους αυτούς τους επισκίαζε ένας μεγαλύτερος, ο χρηματιστηριακός πόλεμος. Αυτός ο πόλεμος είχε την εξής διαφορά από έναν κλασικό οικονομικό πόλεμο του παλαιότερου καπιταλισμού: σε αυτόν νικητής δεν ήταν εκείνος που είχε τα πιο πολλά χρήματα αλλά εκείνος που έπειθε ότι τα έχει. Η εικόνα δηλαδή του χρηματικού πλούτου υπερίσχυε της πραγματικής του ποσότητας. Μέσο για τη διεξαγωγή αυτού του πολέμου ήταν τα εξελιγμένα πληροφοριακά συστήματα, αρένα του τα χρηματιστήρια που βρίσκονταν στις μεγάλες πόλεις του καπιταλισμού που στο μεταξύ είχε γίνει παγκόσμιος. Τα χρηματιστήρια έκαναν πόλεμο μεταξύ τους και εντός τους. Ακούστηκαν πολλά τότε όπως «το τέλος της ιστορίας», «η νίκη των αγορών», «η παρακμή των κρατών» και άλλα τέτοια.
Τα κράτη στα οποία ανήκαν αυτές οι πόλεις του καπιταλισμού φοβήθηκαν μην χάσουν το μονοπώλιό τους στην διεξαγωγή του πολέμου. Οι πολιτικοί φοβήθηκαν και υπεραμύνθηκαν του κράτους. Άλλοι δέχτηκαν με αισιοδοξία τη νέα εποχή των αγορών ως ένδειξη υπερπήδησης του κράτους ως καταπιεστικού φορέα εξουσίας. Οι οικονομολόγοι επίσης διαφώνησαν μεταξύ τους. Οι μεν είδαν στις ελεύθερες παγκόσμιες αγορές τη δυνατότητα ευρείας διασποράς πλούτου, οι δε παρατήρησαν ότι το εικονικό χρήμα δημιουργείται εις βάρος του πραγματικού πλούτου. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν και δεν μπορούσαν να μάθουν ποια ήταν η αλήθεια. Τότε ξέσπασε και μια οικονομική κρίση για την οποία οι οικονομολόγοι πολλά είπαν αλλά οι άνθρωποι έμειναν πάλι με την απορία. Οι περισσότεροι έπαψαν να ρωτάνε και συμβιβάστηκαν. Οι οικονομολόγοι έδιναν εξηγήσεις εκ του ασφαλούς και οι πολιτικοί δεν αναλάμβαναν ευθύνη για παρέμβαση. Είχαν όλοι τους ξεπεραστεί από εικόνες τραγουδιστάδων και διασκεδαστών, τηλεπαρουσιαστών και διαφημιστών, ειδησεογράφων και δημοσιοσχετίστων. Η αλήθεια η ίδια δεν υπήρχε παρά μόνο η εικόνα της και στην τελευταία δινόταν όλη η σημασία. Ήταν ο θρίαμβος της εικόνας. Η εικόνα βρισκόταν παντού απέναντι από την πραγματικότητα, σαν ένας καθρέφτης πάνω στον οποίο η φαντασία ξεψύχησε. Κάποιος έπρεπε να δώσει πνοή στη φαντασία. Κάποιος να δώσει συνέχεια στην ιστορία. Κάποιος να σπάσει τον καθρέφτη για να δει την πραγματικότητα μόνη.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment