Thursday, September 19, 2013

Στερεύω (ή αλλιώς συνέπειες της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης στη σκέψη)


Βρίσκομαι μεταξύ δακρυγόνων και καμένων σκουπιδιών, έπειτα από μια πορεία διαμαρτυρίας περιτριγυρισμένος από την οργή δίπλα μου, την έκπληξη πιο πέρα στο πεζοδρόμιο και την αδιαφορία στα πρόσωπα που πίνουν τον καφέ τους ακόμα πιο μέσα, ενώ τα αυτοκίνητα υπομονετικά χαμογελάνε που το μπλοκάρισμά τους συνοδεύεται από λίγη δράση και η ανάσα μου κόβεται για να καθαρίσει με το θαλασσινό αεράκι σε λίγο, τότε που τα ζευγαράκια πάνε για ποτό και οι μεγαλύτεροι σπίτι για να δουν τις ειδήσεις.

Περπατάω στα σπασμένα για τις πέτρες πεζοδρόμια, στα έρημα πεζοδρόμια που κοσμούνται από διαμελισμένες τζαμαρίες εταιριών και αναλογίζομαι πόσες φορές το έχω ξαναδεί αυτό και τι ακολούθησε αυτού. Μαύρα ρούχα, κουκούλες και κράνη, ρόπαλα, πέτρες, φωτιά. Και έπειτα λόγια, αναλύσεις, αντικρούσεις, αντί- χωρίς τελειωμό. Λιτότητα στη ψυχή και το πνεύμα. Ύλη διαλυμένη μόνο γύρω, και δομές κατακερματισμένες στο νου. Η λογική τρέπεται σε φυγή, εδώ κυριαρχεί το θυμικό, εκείνο των πόλεων που κουβαλούν χλιδή και μαυρίλα, προοπτική και τρέλα. Κατεβασμένα μούτρα, κενό κάπου κει μέσα, ούτε οργή, ούτε πάθος, μόνο μετάνοια.

Γυρίζω σπίτι και πιάνω ένα βιβλίο για να ηρεμήσω. Διαβάζω για το πώς η θρησκεία ως πρακτική ηθικής καθοδήγησης (όχι ως θεωρία) μπορεί να βοηθήσει τους άθεους να βρουν το δρόμο τους στο χάος του φιλελευθερισμού (όχι μόνο του νέο- αλλά γενικά). Ω ναι, έχει τόση αλήθεια. Σκατά. Το κλείνω και βάζω μεταμεσονύκτια funky εκπομπή. Ξεχνάω, ξεχνιέμαι, αφήνομαι, όλα είναι funky, μην ασχολείσαι άλλο. Κοιμήσου. Τόσα λίγα για χθες, στερεύω.

Tuesday, September 3, 2013

Τα μπάνια του Σεπτέμβρη


Το καλοκαίρι ξεκινά πάντα την πρώτη φορά που πηγαίνεις για μπάνιο και τελειώνει τότε που συνειδητοποιείς ότι δε θα ξαναπάς στη θάλασσα. Αρχίζει με μια υπόσχεση απόλαυσης και ολοκληρώνεται με την τελική πλήρωση της απόλαυσης που μοιάζει με το μελαγχολικό τέλος ενός έρωτα.

Η χθεσινή είναι μια μέρα που ανήκει στις τελευταίες του καλοκαιριού. Ξημέρωσε με συννεφιά που έκρυβε έναν κατά τα άλλα καυτό ήλιο, ξημέρωσε με δευτεριάτικες σκέψεις άγχους, πραγμάτων που βρίσκονται σε αναμονή, δουλειών που δεν έχεις σκεφτεί ακόμα ότι πρέπει να γίνουν.

Η μέρα έπαιξε μεταξύ αραιής συννεφιάς και πιο έντονης, με μια υπόσχεση βροχής, ακόμα και καταιγίδας. Η βόλτα μέχρι τη θάλασσα ανακήρυξε πανηγυρικά νικητή τον ήλιο που συνόδεψε το θαλασσινό βοριαδάκι στο μπάνιο μας. Ο ήλιος να κατεβαίνει διαγώνια και να λαμπυρίζει η αντανάκλασή του μέχρι τις ακτές του κόλπου στο βάθος που αρχίζει να χάνεται από τη θαμπάδα του φωτός.

Το κορμάκι μας ζεστάθηκε από αυτόν και δροσίστηκε μαζί από τον βοριά που δεν σεπτεμβρίασε ακόμα αλλά είπε να παραμείνει ζεστός αρκετά όσο εκείνος του Αυγούστου. Αυτό μόνο μέχρι την ώρα που την αντικριστή θαμπάδα θα διαδεχόταν το ήσυχο μισοφώς του σούρουπου που ερχόταν από νωρίς και αποχαιρετούσε τον Αύγουστο. Τότε είχαμε ήδη φύγει με την υπόσχεση ότι όσο κρατάει η βασιλεία του κίτρινου κύκλου θα ξαναφήναμε το κορμί μας λεύτερο να ζεσταθεί.

Στο γυρισμό μετράμε τις δουλειές και τις υποχρεώσεις και βγάζουμε ότι υπάρχει χρόνος και για άλλο μπάνιο. Αύριο θα θελήσουμε ίσως να βρούμε χρόνο και για παραπάνω. Τα μπάνια του Σεπτέμβρη, καθένα σα να είναι το τελευταίο, σφύζουν από ησυχία που πότε κλίνει προς την ευτυχία της ολοκλήρωσης και άλλοτε προς τη θλίψη ενός προδιαγεγραμμένου τέλους. Τα μπάνια αυτά δίνουν ψευτουποσχέσεις για αιώνιο έρωτα και καθοδηγούν στο μαρασμό μετά το ερωτικό αποκορύφωμα του Αυγούστου.

Όποιος συνεχίζει να πιστεύει σε αυτόν τον έρωτα τιμωρείται με ένα πρώιμο κρύωμα ή με έναν ψυχαναγκασμό. Όποιος όμως ακούσει τη σιωπή εκεί κατά το απόγευμα που αδειάζει η παραλία, ολοκληρώνει τον έρωτα με μια ολοζώντανη ανάμνηση. Βλέπει ότι έζησε και φέτος το καλοκαίρι, ότι η Ιουλιανή προσμονή, αγωνία, υπόσχεση οδήγησε στην Αυγουστιάτικη ολοκλήρωση, αποζημίωση, χαλαρότητα και ξεγνοιασιά. Για να βρει πλέον την σιωπή της ήρεμης μελαγχολίας στα μπάνια του Σεπτέμβρη.