Σπίτι μου, μας, των τριών μας. Με χαμηλό φως στο πορτατίφ, κοιμάσαι ώρες πολλές και εγώ οδηγούμαι αργά αργά στον ύπνο μέσα από τις μουσικές. Στο σαλόνι σκοτάδι. Τα ηχεία μιλούν μουσικές της νύχτας και το μυαλό αφαιρείται για λίγο, η κοιλιά αναπνέει με τις μελωδίες παρέα. Και ο χρόνος κυλάει, του τραγουδιού και της ζωής μας και της προσδοκίας ότι θα θυμάμαι αυτή την στιγμή σα μια μικρή ευγνωμοσύνη σε αυτή την ανάσα. Στο σπίτι μας, με φώτα φιλοξενίας, μυρωδιές φθινοπωρινών φρούτων και τα χρώματα των χαλιών της γιαγιάς. Εικόνες και αισθήσεις που περνούν έτσι, ξεχνώντας τις, παίρνοντάς τις δεδομένες εκεί μπροστά στο laptop που κάθεσαι με τις ώρες.
Είναι τότε που το μυαλό αρχίζει να σκέφτεται το εξής: Πόσο πήξαμε στα τεχνολογικά αγαθά και αφήσαμε τα παραδοσιακά. Και τι απορρέει από αυτή τη διαπίστωση. Μια διαπίστωση που κι αυτή ξεχνιέται μαζί με ότι υπήρξε στο παρελθόν. Είναι εύκολο λένε να μη χρειάζεται να σκέφτεσαι και να διαπιστώνεις πράγματα. Να μη σκέφτεσαι, να ακολουθείς μόνο την ανάγκη. Η πράξη πάει μαζί με την ανάγκη και αυτή δεν την αναγνωρίζεις και πάντα ειδικά αν ονειρεύεσαι λιγάκι. Μα σου λένε στα 33 σου είναι αργά για όνειρα, ότι ήταν να πραγματοποιήσεις το πραγματοποίησες. Εκτός βέβαια και αν πρόκειται για λεφτά και δουλειές. Αυτά λέγαν τις καλές τους εποχές γιατί τώρα δεν επιτρέπουν ούτε σαν έφηβος να ονειρευτείς. Ξέχασαν και αυτοί, αν ποτέ βέβαια ονειρεύτηκαν. Αλλά διάολε, δε θέλω να παρεμβαίνετε στο μυαλό μου εσείς οι συστημικές δυνάμεις. Πως και συμβαίνει αυτό, δεν το καταλαβαίνω. Μα είναι τίμιο να αναφέρεστε ως απαραίτητος αιτιακός κρίκος όσων συμβαίνουν στον εγκέφαλο μας; Δεν είναι πιο τίμιο να αναφερόμαστε στο θεό που κρύβουμε μέσα μας; Α, άλλος κύριος και αυτός, άγιος κιόλας. Πως τον θυμήθηκες άραγε; Αυτόν τον έχουμε σκοτώσει αιώνες τώρα και εσύ επικαλείσαι ακόμα την ύπαρξή του; Ε, μα ποιος σε βοηθάει να είσαι στωικός, υπομονετικός, συνεργατικός, αλληλέγγυος στην εποχή του ανταγωνισμού αν όχι η βαθύτερη πίστη εντός σου ότι όλα θα πάνε καλά και προς αυτόν τον καλό σκοπό οφείλεις να δουλεύεις; Χμ, πάλι παιδιάστικες σκέψεις, πάλι κοιμάσαι στην αγκαλιά του ωραίου σου ονείρου, πλούσιε μικροαστέ ευκατάστατε! Δε σε ξύπνησε ακόμα ο θυμός σου; Για δες πως οργιάζει μέσα σου. Στο πόσο λάθος είναι ο δρόμος της φυλής μας, των ανθρώπων που μέχρι τώρα ακόμα πίστευες ότι θα τον έφτιαχνες και θα τον άλλαζες στο μυαλό σου για να είσαι ήσυχος και να μη σε πειράζουν οι κακοί άνθρωποι. Και τώρα τι υλικά σου μείναν για να συντηρήσεις το όνειρο; Τα βιβλία της μαμάς σου, οι δίσκοι οι παλιοί οι ροκ, τα χαλιά της γιαγιάς και τα φρούτα του κήπου. Έως πότε μικρέ ανεύθυνε ρομαντικέ; Μου ζητάς λοιπόν να παραδοθώ σε έναν θυμό δικαιολογημένο από τις άνισες υλικές σχέσεις των ανθρώπων κι αν μέχρι τώρα αυτός κινητοποιούσε τη μάθηση και την έρευνα, τώρα πρέπει να κινητοποιήσει την ανατροπή, την εξέγερση, την επανάσταση. Ναι μικρέ ονειροπόλε, αυτή είναι η ευθύνη σου, αλλά εσύ τι κάνεις, με το που τη βλέπεις μπροστά σου, της γυρίζεις την πλάτη. Λες οκ, είδα την αλήθεια, δε τη θέλω κιόλας. Χμ, παιχνίδια της σκέψης, αγώνες του μυαλού, γενναιότητα του πνεύματος, έξω από την κοινωνία, μακριά από τους άλλους. Μοιράσου, μοιράσου το θυμό, το όνειρο, τη θλίψη, το παράπονο, μοιράσου για να μη στερέψει η ψυχή σου από όραμα, από κίνηση, από λόγο να νιώθει ζωντανή.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment