Ζούμε σε μια εικονική πραγματικότητα, άλλη από την πραγματική. Για να κάνουμε έναν χονδροειδή μεθοδολογικό διαχωρισμό, η πρώτη αντιστοιχεί περισσότερο στο τι έχουμε στο μυαλό μας για το τι είναι πραγματικό και η δεύτερη στο τι νιώθουμε πραγματικά. Η διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες συνίσταται στο ότι η 1η δίνει σημασία στην εντύπωση ενώ η 2η στην αίσθηση. Η 1η περισσότερο φαντάζεται ενώ η 2ή περισσότερο πιάνει, νιώθει, βλέπει, γεύεται, μυρίζει. Γι’αυτό και θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τη διανοητική κουλτούρα που κουβαλά η εικονική πραγματικότητα (πιο εξελιγμένη από την κλασική κουλτούρα της παιδείας και την μοντέρνα κουλτούρα της βιομηχανικής προόδου) σε αντιδιαστολή με τη λαϊκή κουλτούρα των αισθήσεων. Αν κάναμε αυτό τον δυϊσμό, θα μπορούσαμε παραπέρα να θεωρήσουμε τη διανοητική κουλτούρα σαν προνόμιο της αστικής τάξης ή της ανώτερης τάξης και τη λαϊκή κουλτούρα σαν χώρο των πιο χαμηλών κοινωνικών τάξεων. Η μόρφωση που απαιτεί η 1η έχει φτάσει στις φαντασιακές μεταμοντέρνες ιδεαλιστικές προσεγγίσεις περί διεθνισμού, κοσμοπολιτισμού και πολυφωνίας. Η χειροπιαστή ρεαλιστικότητα που ζητάει η 2η χάνεται ακριβώς μέσα στις ιδεαλιστικές ερμηνείες της πραγματικότητας της 1ης.
Λαοί, κουλτούρες, ήθη έθιμα και παραδόσεις, από παράγοντες διαμόρφωσης λαϊκής κουλτούρας ή αλλιώς παράγοντες διαμόρφωσης της ιστορικής πραγματικότητας, γίνονται brands και trademarks με προστασία γεωγραφικής προέλευσης για λόγους μαρκετοποίησης αυτής της πραγματικότητας. Το τρικ της αγοράς που αποτελεί και το δέλεαρ της διανοητικής κουλτούρας των σύγχρονων ελίτ είναι η ωραία ιδέα πίσω από αυτή την πώληση. Ποιος αγοράζει όμως; Οι χαμηλές τάξεις στην πορεία αλλοτρίωσης τους, στο 2ο στάδιο αυτής δλδ μετά το βιομηχανικό τώρα το μετα-βιομηχανικό ή μεταμοντέρνο. Γι’αυτό και η κάθε ψωροκώσταινα παρουσιάζεται με τη δική της προσωπική ψήφο να επιλέξει τους σημαντικότερους Έλληνες και κάθε Έλληνες μη γνωρίζοντας τίποτα πραγματικά γι’αυτούς. Για να προβάλλει τη δήθεν διανοητική της κουλτούρα ως δείγμα προοδευτισμού. Κάθε φορά που το κάνει αυτό, χάνει κάτι από τη λαϊκή της καταγωγή, αυτή που άφηνε πίσω στο γρασίδι το δροσερό, τα λασπωμένα πόδια, τα κοκκινωπά μάγουλα και τη θέα των Ελάτων. Ρομαντισμοί με αστικές αποχρώσεις και αυτές οι εικόνες, αλλά τι να κάνουμε, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από την καταγωγή μας.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, πίσω από κάθε μεθοδολογία ακόμα και την ολιστική ή μαρξιστική που αρέσκομαι να χρησιμοποιώ για να διαρθρώσω την σκέψη μου υπάρχει μια φιλοσοφική προκατάληψη ή αλλιώς εντύπωση για το πώς λειτουργεί η πραγματικότητα. Μια εντύπωση που κανείς δεν μπορεί να πει αν είναι σωστή ή λάθος γιατί θα έπρεπε να γνωρίζει και εκείνος τον κόσμο, κάτι που είναι αδύνατο. Όποιος λοιπόν ισχυρίζεται ότι γνωρίζει την πραγματικότητα (όπως έκανα και εγώ πριν) είναι απλά δημαγωγός, ψεύτης στη χειρότερη και στην καλύτερη φανατικός και ημιμαθής. Η ορθότητα της γνώσης δεν έγκειται στη φιλοσοφική και κοσμοθεωρητική προδιάθεση του καθενός αλλά στη μεθοδολογία που χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει αυτή του τη διάθεση. Ο δυϊσμός σε διανοητική και λαϊκή κουλτούρα ειπώθηκε στα ψιλά από τον Chomsky σε μια ιντερνετική του συνέντευξη. Μου άρεσε και τον συνέχισα.
Tuesday, April 28, 2009
Saturday, April 11, 2009
Παλαιά να ταν όλα αυτά
Αθηναϊκές μοναχικές στιγμές, πριν τη βραδινή έξοδο σε βαρετά ελληνάδικα, πριν το σαββατοκυριακάτικο μηνάρισμα με τον παιδικό φίλο και τα κωλόμπαρά του, πριν μου την πέσει καμία και τη φοβηθώ, πριν την πέσω σε κάποια και δεν ξέρω αν θα ζήσω μετά, πριν τη μεγάλη ευτυχία και την προσδοκία τη μεγάλη. Μουσικές ηλιόλουστων μεσημεριών χωρίς παρέα, με πικρά όνειρα μυθιστορηματικής εμπνεύσεως, μετά την άνυδρη έξοδο, μετά τις ενοχές της μοναξιάς, το κροταφιαίο πυροβόλο, εκείνη που θα με απελευθερώσει και θα σκοτώσει τη μοναξιά μου δίνοντας τη θέση της στον φόβο. Καλύτερα ανασφάλεια και δειλία παρά φόβος για τη συνέχεια. Οι άνθρωποι των βιβλίων, οι γυναίκες οι ευαίσθητες, οι άντρες οι γλυκοί και απροσδιόριστοι, τα χαμόγελα μιας γερασμένης νιότης στη λαμπερή αύρα του ήλιου, να μυρίζουν καλοκαιρινό θάνατο, λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα όπου γίνονται βασιλικές αλήθειες. Η ίδια μας η θλίψη έσωσε τον κόσμο και τον κρατά στα τεντωμένα δάκτυλά της ως να ήταν αυτά το σχοινάκι της ζωής.
Subscribe to:
Posts (Atom)