Thursday, December 11, 2008

FUCKED UP CHEMISTRY OF COMMON LIFE

ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΤΟΥΝ ΟΙ ΠΟΡΕΙΕΣ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ. ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΑΝΟΙΞΑΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΩΘΗΚΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ ΚΟΜΦΟΥΖΙΟ. ΣΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΕΝ ΠΕΡΠΑΤΩ ΠΙΑ ΓΙΑΤΙ...ΗΘΕΛΑ ΟΜΩΣ ΝΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΙ ΕΚΕΙ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ. ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΗΣΩ ΑΜΕΡΙΜΝΟΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΜΕ ΜΙΑ ΜΠΟΥΚΑΛΑ ΝΕΡΟ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΜΑΝΤΗΛΙ. ΘΑ ΞΕΦΕΥΓΑ ΕΥΚΟΛΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΗΜΟΥΝ ΨΥΧΡΑΙΜΟΣ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ. ΚΑΙ ΘΑ ΕΒΛΕΠΑ ΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ, ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ. ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΛΙΓΟ, ΟΣΟ ΔΙΑΡΚΕΙ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ, ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΟΣΜΙΣΤΩ ΤΟΝ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟ ΣΕ ΑΡΩΜΑ ΦΩΤΙΑΣ ΤΟ ΦΛΕΓΟΜΕΝΟ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΝΑ ΔΩ ΤΗΝ ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΗ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΧΡΥΣΑΦΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΟΥ. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΔΕΝ ΤΡΕΧΕΙ, ΤΟ ΡΟΛΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΝΕΩ ΤΟΣΟ ΕΛΕΥΘΕΡΑ. ΔΑΚΡΥΣΑ ΛΙΓΟ ΑΠΟ ΣΤΙΓΜΙΑΙΟ ΦΟΒΟ , ΑΠΟ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΜΈΝΩΝ ΕΝΟΧΩΝ, ΙΣΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ. ΤΡΕΧΩ ΝΑ ΠΑΩ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΙΕΡΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΣΚΟΥΠΙΔΟΤΕΝΕΚΕ ΟΠΟΥ ΣΑ ΣΑΜΑΝΟΣ ΘΑ ΖΩΓΡΑΦΙΣΩ ΚΑΛΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΜΕ ΤΑ ΣΚΟΥΡΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ ΤΟ ΣΟΥΛΟΥΠΙ ΤΟΥ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΥ. ΤΗΝ ΑΥΡΑ ΤΟΥ, ΜΙΑ ΠΥΡΙΝΗ ΣΚΙΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΤΥΛΙΓΕΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΣΠΡΟ ΙΔΡΩΤΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΤΥΛΙΓΕΙ. ΑΠΟ ΤΙ ΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ..ΑΠΟ ΦΟΒΟ ΙΣΩΣ. ΣΤΕΚΟΜΑΙ ΟΜΩΣ ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ, ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ, ΖΩΗΡΗ ΜΑ ΚΑΙ ΕΞΑΦΑΝΙΖΟΜΕΝΗ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ Η ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟ ΑΠΑΙΤΕΙ. ΤΟ ΜΠΟΥΛΟΥΚΙ, Η ΜΑΖΑ, ΟΣΟ ΠΙΟ ΠΟΛΛΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΠΑΙΔΙΑ..ΝΥΧΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ, ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΤ ΤΙΠΟΤΑ, ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΙΠΟΤΑ. ΤΟ ΜΗΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΑΠΟ ΚΑΙΡΟ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΑΤ. ΤΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΤΖΑΜΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ, ΣΑΝ ΤΑ ΣΧΙΣΜΕΝΑ ΤΖΙΝ. ΤΟ ΑΠΟΡΘΗΤΟ ΤΗΣ ΒΙΤΡΙΝΑΣ ΣΠΑΕΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΛΑΒΕΣ ΠΑΝΕ ΣΤΟΥΣ ΤΥΧΕΡΟΥΣ ΠΟΥ ΓΥΑΛΙΖΟΥΝ ΑΠΟ BRONXIΑΝΗ ΟΜΟΡΦΙΑ ΝΕΑΡΟΥ ΝΕΓΡΟΥ ΛΕΧΡΙΤΗ. ΑΣ ΕΙΝΑΙ..ΜΑ ΞΑΦΝΙΚΑ Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΙΚΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ ΓΙΑ ΣΤΙΓΜΕΣ ΚΑΙ ΥΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ: ΜΑ ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΑΝΔΑΛΟΙ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΕΙΝΑΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ, ΧΟΥΛΙΓΚΑΝΓΚΣ ΤΩΝ ΓΗΠΕΔΩΝ Η ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ? ΜΑ ΓΙΑΤΙ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΜΕ ΤΟΣΗ ΜΑΝΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ? ΜΑ ΤΙ ΚΑΝΕΙ Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ? ΚΑΙ ΠΑΝΙΚΟΣ ΜΕ ΠΙΑΝΕΙ ΣΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΥΤΕΣ. ΑΡΧΙΖΩ ΝΑ ΤΡΕΧΩ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΤΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΜΑ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΑΝΟΙΞΩ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΚΟΙΤΑΩ ΠΙΣΩ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΜΥΔΡΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ. ΚΟΒΩ ΤΟ ΒΗΜΑ ΜΟΥ, ΧΑΛΑΡΩΝΩ ΤΗ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΨΙΘΥΡΙΖΩ "ΑΝΤΙΟ ΑΘΗΝΑ ΜΟΥ, ΑΝΤΙΟ ΑΛΕΞΗ".

3 comments:

Anonymous said...

ΕΙΣΑΙ ΘΕΟΣ!!!!!!
ΤΕΛΕΙΟ ΑΠΛΑ ΤΕΛΕΙΟ!!!

Alexandra said...

Καλέ μου, το βράδυ της Δευτέρας στην Αθήνα δεν υπήρχαν μόνο φωτιές και κουκουλοφόροι... Στη σκιά του δέντρου, βρέθηκαν, βρίσκονται θα παραμείνουν, οι γέροι άστεγοι που πεθαίνουν απ το κρύο αλλά εμείς δεν τους κοιτάζουμε για να μην μας χαλάσουν την διάθεση μέρες γιορτινές... Θα παραμείνουν οι γριούλες που διστάζουν να απλώσουν το χέρι "γιατί παιδάκι μου δεν είμαι ζητιάνα, απλά πεινάω". Θα παραμείνουν οι τοξικομανείς που πεθαίνουν σαν τα αδέσποτα σκυλάκια.. Υπάρχουν, βρίσκονται εκεί, στο κέντρο, στην γιορτινή Αθήνα...Αλλά εμείς δεν τους βλέπουμε.. Οχι, οι βιτρίνες των HM και του Ζάρα τους κρύβουν... Ισως τώρα που οι βιτρίνες κάηκαν ΝΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΟΥΜΕ... Κάτι υπάρχει πίσω απ τις κουκούλες...

aphrodite's child said...

Δάκρυσα και εγώ από στιγμιαίο, απροσδιόριστο φόβο. Από θρυμματισμένες αναμνήσεις, από θρυμματισμένες ιδέες για κάτι άλλους αγώνες. Που οι φοιτητές φαντασίωναν την αμμουδιά κάτω από τα οδοστρώματα. "Sous les pages, la plage".

Τί να γίνει, στις μεταμοντέρνες μας μέρες, είναι μεταμοντέρνες και οι εξεγέρσεις, είπα.

Και με λίγο πόνο, λίγο σφίξιμο στην καρδιά, λίγο απελπισία, έσκασα όπως και εσύ ένα γλυκόπικρο χαμόγελο και ψιθύρισα:
"Αντίο παλιέ μου κόσμε. Αντίο Αλέξη"